Στην Επιτροπή Μονίμων Αντιπροσώπων (COREPER II) τα κράτη-μέλη επιβεβαίωσαν στις 19 Φεβρουαρίου την συμφωνία που επετεύχθη από την Ελληνική Προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ στις 12 Φεβρουαρίου μετά από διαπραγματεύσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επί της πρότασης Οδηγίας για την προστασία του Ευρώ και των άλλων νομισμάτων από την παραχάραξη και την κιβδηλεία μέσω του Ποινικού Δικαίου. Η συμφωνία επιτρέπει την υιοθέτηση του νομοθετήματος σε πρώτη ανάγνωση, μετά όμως από την επίσημη ψηφοφορία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο Υπουργών.
Η πρόταση Οδηγίας βασίζεται αλλά και αντικαθιστά την απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου 2000/383/ΔΕΥ. Ο βασικός στόχος της Οδηγίας είναι να ενισχύσει την προστασία του Ευρώ και των άλλων νομισμάτων από την παραχάραξη και την κιβδηλεία, αλλά και να μετριάσει τον κίνδυνο της άγρας δικαστηρίου (forum shopping). Σε αυτό το πλαίσιο η Οδηγία προβλέπει αποτελεσματικά αποτρεπτικά μέτρα. Tα κράτη-μέλη θα έχουν στη διάθεσή τους αποτελεσματικά μέσα διερεύνησης των υποθέσεων παραχάραξης και κιβδηλείας, όπως αυτά που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος ή άλλων σοβαρών υποθέσεων ποινικών αδικημάτων. Η Οδηγία υποχρεώνει επίσης τα κράτη-μέλη να διασφαλίζουν ότι τα Εθνικά Κέντρα Ανάλυσης και τα Εθνικά Κέντρα Ανάλυσης Κερμάτων θα μπορούν να προβαίνουν στην ανάλυση των παραχαραγμένων και κίβδηλων Ευρώ και κατά τη διάρκεια εν εξελίξει ένδικων διαδικασιών για τον εντοπισμό περαιτέρω προϊόντων παραχάραξης και κιβδηλείας. Τέλος, σύμφωνα με τη Διεθνή Σύμβαση για την καταστολή της παραχάραξης και της κιβδηλείας («Σύμβαση της Γενεύης») και την αρχή της μη εισαγωγής διακρίσεων εις βάρος άλλων νομισμάτων που προβλέπεται στο άρθρο 5 αυτής, όλα τα νομίσματα θα επωφεληθούν από την ενισχυμένη αυτή προστασία του Ευρώ.
«Η σημερινή πολιτική συμφωνία στην Επιτροπή Μονίμων Αντιπροσώπων (COREPER II) σχετικά με την Οδηγία για την προστασία του Ευρώ και άλλων νομισμάτων από την παραχάραξη, η οποία απετέλεσε προτεραιότητα της Ελληνικής Προεδρίας στον τομέα του ποινικού δικαίου, είναι μείζονος σημασίας. Η παραχάραξη του Ευρώ συγκαταλέγεται στα λεγόμενα ‘ευρώ-εγκλήματα’ του άρθρου 83 (1) της Συνθήκης της Λισαβόνας και είναι ένας ιδιαίτερα σοβαρός τομέας της διασυνοριακής εγκληματικότητας. Πρόκειται για εγκληματική δραστηριότητα που συνδέεται συνήθως με το οργανωμένο έγκλημα και προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία λόγω της σημασίας του Ευρώ σε όλη την ΕΕ και παγκοσμίως. Η νέα Οδηγία αντιμετωπίζει τις αδυναμίες του υφιστάμενου νομικού πλαισίου και αποτελεί την καλύτερη βάση για την πρόληψη, διερεύνηση και επιβολή κυρώσεων για την παραχάραξη του Ευρώ με συνεκτικό τρόπο σε όλη την Ένωση», δήλωσε ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κ. Χαράλαμπος Αθανασίου.
Background:
Το Ευρώ είναι το ενιαίο νόμισμα 18 κρατών-μελών της ζώνης του Ευρώ και χρησιμοποιείται από πάνω από 330 εκατομμύρια άτομα που ζουν στην περιοχή αυτή. Επίσης χρησιμοποιείται σε μεγάλη κλίμακα σε διεθνείς εμπορικές συναλλαγές και αποτελεί σημαντικό αποθεματικό νόμισμα για τρίτες χώρες. Έτσι, το Ευρώ έχει καταστεί το δεύτερο πιο σημαντικό νόμισμα παγκοσμίως. Η αξία των τραπεζογραμματίων Ευρώ που κυκλοφορούν παγκοσμίως, η οποία τον Ιανουάριο του 2013 προσέγγιζε τα 913 δις. Ευρώ, είναι περίπου ίση με εκείνη των τραπεζογραμματίων δολαρίων ΗΠΑ.
Το Ευρώ εξακολουθεί να αποτελεί στόχο ομάδων οργανωμένου εγκλήματος που δραστηριοποιούνται στην πλαστογραφία χρήματος. Η παραχάραξη και κιβδηλεία του Ευρώ έχει επιφέρει οικονομική ζημία ύψους τουλάχιστον 500 εκατομμυρίων Ευρώ από την εισαγωγή του νομίσματος το 2002. Στοιχεία που έχουν συλλεχθεί στο πλαίσιο μελέτης της Ομάδας Εμπειρογνωμόνων για την Παραχάραξη του Ευρώ καταδεικνύουν ότι τα τελευταία εννέα έτη εντοπίστηκε μεγάλος αριθμός παράνομων τυπογραφείων στα κράτη-μέλη, στα οποία δεν έχουν οριστεί ελάχιστες κυρώσεις ή προβλέπονται μόνο πρόστιμα ως ελάχιστη ποινή για την παραχάραξη νομισμάτων, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι παραχαράκτες αξιοποιούν την δυνατότητα της άγρας δικαστηρίου (forum shopping).